Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2022

Αργοκαλόκαιρο ΙΙ

 



Ι. Δώρο

Πήγα σε νησάκι να ξεκουραστώ 
κι όμως δεν κοιμάμαι κι όλο ξενυχτω.
Ύπνος δε με πιάνει όσο κι αν μου λείπει,
κάνουν φασαρία της καρδιάς μου οι χτύποι.

Μέσα στο νερό χορεύουν τα ψαράκια
και παρατηρώ πως είναι ζευγαρακια,
μόνο σε μιαν άκρη δίπλα σ' ένα αμπέλι
ένα καβουράκι τίποτα δεν θέλει... 

... ούτε ένα σταφύλι δεν κοιτάει να κόψει
έξω απ' τα νερά του, άντε να προκόψει!

Περπατώ στην άμμο πάνω στο λοφίσκο
μα όσο και να ψάχνω δώρο δεν σου βρίσκω
κι ένα σκαθαράκι άλλαξε πορεία,
στέκει, με κοιτάζει και μου λέει "Μαρία"!

Τι να σου χαρίσω; Ένα βοτσαλάκι;
Ένα στρείδι-μύδι; Ένα κοχυλάκι;
Τι να σου χαρίσω; Μια γαλάζια πέτρα;
Για να με πιστέψεις το σφυγμό μου μέτρα.

Τρέχω ν' ανεβώ  σ' ένα μεγάλο βράχο
πάνω να χαράξω όνομα μικρό
κι ένα θέλω μόνο, μόνο εσένα να 'χω
σα σαλιγκαράκι που ζητάει νερό.

Βρήκα! Θα σου φέρω ένα τραγουδάκι
που να λέει μέσα κάτι αληθινό.
Πίνω στην υγειά σου τώρα ένα κρασάκι
μ' έναν ποιητή πλανόδιο στιχουργό... 

... που γράψε για μένα για να βγει σωστός
πράγμα μόνο ένα: σου 'μεινα πιστός!

(Γραμμένο στην Πάρο, σε μπλοκάκι της δραχμής, κατά παραγγελία από έναν Άρη για μια Μαρία)



ΙΙ. Σαλιγκαράκι

Θ ανάψουνε σε λίγο τα φωτάκια
θα βγούνε ραντεβού τα χταποδάκια
κι εμένα θα με πιάσει το μεράκι
που θα σε θυμηθώ σαλιγκαράκι.

Στη θάλασσα γυαλίζουν καθρεφτάκια. 
Μια μαγισσούλα με μικρά φτεράκια
βουτάει για να δει το πρόσωπο της
πριν πάει να συναντήσει τον καλό της.

Στο λιμανάκι κι αν θα σκοτεινιάζει
εμένα τώρα πια δεν θα με νοιάζει
και ξέρω πως αυτό το καλοκαίρι
εσένα μια βροχούλα θα σου φέρει.

Θα βγεις δειλά δειλά να μου μιλήσεις
και το σπιτάκι σου καλά θα το γυαλίσεις
κι οι δύο μικρές κεραίες θα κοιτάνε
εκεί που οι σταγόνες θα κυλάνε.

(Γραμμένο σε χαρτοπετσέτα εστιατορίου, μια από τις τελευταίες ημέρες κάποιου Αυγούστου, στο λιμάνι της Νάξου περιμένοντας το βαπόρι της επιστροφής)























Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου